fbpx

Η παιδεία ως «κατεπείγον»

| Άρθρα

Γράφει ο Κώστας Τρομπούκης Ιατρός-Ακτινοδιαγνώστης*

Η συζήτηση στη Βουλή του σχεδίου νόμου για την «αναδιοργάνωση των δομών υποστήριξης της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης», την περασμένη εβδομάδα, και ο τρόπος με τον οποίο διεξήχθη, αναδεικνύουν ένα σοβαρό θεσμικό, πολιτικό, αλλά και ουσιαστικό ζήτημα.

Το σχέδιο νόμου, που εκλήθησαν να συζητήσουν και να επεξεργαστούν οι βουλευτές, εισήχθη με τη διαδικασία του επείγοντος. Αυτό σημαίνει ότι η συζήτηση για ένα πολύ σημαντικό θέμα, που αφορά στην εκπαίδευση των παιδιών μας και σε άλλα σχετιζόμενα με αυτήν θέματα, περιορίστηκε σε συζήτηση -κατά βάση μονολόγους- λίγων ωρών.

Τα δεδομένα δεν είναι ήσσονος σημασίας. Το νομοσχέδιο «ανέβηκε» στην διαβούλευση με 51 άρθρα και έφθασε στην ολομέλεια με 500 σελίδες και 113 άρθρα, δηλαδή «μεγάλωσε» κατά 62 άρθρα.

Με την ιδιότητα του πανεπιστημιακού δασκάλου, αισθάνομαι την ηθική υποχρέωση να αναδείξω αυτό το μεγάλο ζήτημα. Θέματα όπως η εκπαίδευση θα έπρεπε να νομοθετούνται μετά από εξαντλητικό διάλογο. Διάλογο στη Βουλή, αλλά και διάλογο με την κοινωνία∙ με τον δάσκαλο ενός ολιγοθέσιου σχολείου ορεινού χωριού∙ με τον καθηγητή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε επαρχιακό γυμνάσιο∙ με τους γονείς μαθητών ή φοιτητών σε ΑΕΙ ή ΤΕΙ.

Εάν επιθυμούμε αυτή η χώρα να αποκτήσει μέλλον, κάτι το οποίο ασφαλώς και δικαιούται, πρέπει αυτό να βασιστεί στους ανθρώπους της. Η δυναμική των ανθρώπων της, το διανοητικό κεφάλαιο, είναι το κυρίαρχο μέσο για να επιτύχει στον κόσμο που έρχεται και η αξιοποίησή του καθιστάεπιτακτικότερη από ποτέ την ανάγκη μεταρρύθμισης της εκπαίδευσης στη χώρα μας. Η ψήφιση, όμως, ενός νόμου για την παιδεία με όρους κατεπείγοντος, όχι μόνον υποβαθμίζει τον ρόλο που πρέπει να διαδραματίσει αυτός ο νευραλγικός τομέας στην ανάκαμψη του τόπου, αλλά και υπονομεύει αυτό το ίδιο το μέλλον της χώρας εν συνόλω.

Η εκπαίδευση συγκεντρώνει, πράγματι, μεγάλο κοινωνικό και πολιτικό ενδιαφέρον, αλλά τα αποτελέσματα των όποιων αλλαγών επιφέρονται στη δομή της αποτιμώνται μακροπρόθεσμα – μετά από δέκα, ίσως και περισσότερα χρόνια. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο απαιτείται εις βάθος γνώση των ζητημάτων της εκπαίδευσης, ενδελεχής διάλογος, συνεννόηση και όραμα. Σε ένα καλό εκπαιδευτικό σύστημα στο επίκεντρο βρίσκεται πάντοτε ο μαθητής και η αριστεία, ο ακαδημαϊκός και ο δάσκαλος αξιολογούνται και εξελίσσονται, και η Πολιτεία λειτουργεί ανεπηρέαστη από τοπικά και πολλές φορές συντεχνιακά συμφέροντα. Αυτά τα στοιχεία οφείλουν να αποτελούν την κοινή βάση των πολιτικών δυνάμεων στον διάλογο για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση.

Όταν η υιοθέτηση εκπαιδευτικών προτύπων που γνωρίζουν επιτυχία σε ολόκληρο τον κόσμο αποτελεί τη μόνη ασφαλή επιλογή για εκπαιδευτικό σύστημα, και κατ’ επέκταση για χώρα με προοπτική, οι πολιτικές ηγεσίες του Υπουργείου Παιδείας αρκούνταν διαχρονικά (με αποκορύφωμα τη σημερινή Κυβέρνηση) σε «βολικούς αυτοσχεδιασμούς».

Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο αποδεδειγμένα μεταρρυθμιστικός «νόμος Διαμαντοπούλου» που ψηφίστηκε υπό συνθήκες ευρύτερης συναίνεσης και άρχισε πολύ σύντομα να «ξηλώνεται», με διάφορα προσχήματα και τερτίπια.

Ειδικά η σημερινή κυβέρνηση κινείται σε εντελώς λανθασμένη κατεύθυνση. Προτάσσει μία διχαστική λογική, που ακυρώνει όσα με κόπο έχουν επιτευχθεί έως σήμερα. Με σημαία τον στείρο κομματισμό, σκοπός της είναι η άλωση της διοίκησης της εκπαίδευσης, που αντί να κοιτάζει τις ανάγκες του μέλλοντος, μας γυρνά πολλά χρόνια πίσω.

Η υπονόμευση της Παιδείας, στο βαθμό που επιχειρείται σήμερα, αποτελεί έγκλημα. Έγκλημα εις βάρος της ανάπτυξης του τόπου, αλλά και της Δημοκρατίας. Είμαι βέβαιος ότι πολύ σύντομα, μόλις τη διακυβέρνηση του τόπου θα αναλάβει η ΝΔ και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όλα αυτά θα αποτελούν μια κακή παρένθεση και θα ανοίξει ο δρόμος προς μια ποιοτική και σύγχρονη Εκπαίδευση στην Ελλάδα.

*Ο Κώστας Τρομπούκης είναι Επίκουρος Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.



e-genius.gr ...intelligent web software